Τον φυσικό εχθρό τους βρήκαν τα ξενικά μυρμήγκια της φωτιάς (fire ants), τα οποία καθιερώθηκαν πριν πολλά χρόνια στον αμερικανικό Νότο, προκαλώντας ποικίλα προβλήματα.
Σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο του Τέξας, στο Όστιν, τα μυρμήγκια της φωτιάς εκτοπίζονται σήμερα από ένα άλλο, χειρότερο είδος, τα «τρελλά μυρμήγκια».
«Όταν μιλήσεις με άτομα από περιοχές που έχουν δεχθεί εισβολή από τρελλά μυρμήγκια, θα σου πουν πως θέλουν πίσω τα μυρμήγκια της φωτιάς», δήλωσε ο ερευνητής Edward LeBrun, εξηγώντας πως τα μυρμήγκια της φωτιάς είναι κατά κάποιον τρόπο ευγενικά, καθώς μένουν στις φωλιές τους στις αυλές των σπιτιών, χωρίς να αλληλεπιδρούν με τους ανθρώπους.
Αντίθετα τα τρελλά μυρμήγκια πάνε παντού, εισβάλλουν σε σπίτια, φτιάχνουν φωλιές σε τοίχους και πατώματα, ενώ κάνουν επιδρομές σε ηλεκτρικές συσκευές, καταστρέφοντάς τις.
Μάλιστα σε έρευνα που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο στο επιστημονικό περιοδικό Biological Invasions, επισημαίνεται ότι σε περιοχές που εισέβαλλαν τα τρελλά μυρμήγκια εξαφανίστηκαν τα μυρμήγκια της φωτιάς, καθώς επίσης και ενδημικά είδη μυρμηγκιών.
Τα μυρμήγκια της φωτιάς είναι γνωστά για τα επώδυνα τσιμπήματά τους και έφτασαν στις νοτιοανατολικές πολιτείες της Αμερικής το 1930.
Τα τρελλά μυρμήγκια ανακαλύφθηκαν για πρώτη φορά στο Χιούστον το 2002 και έκτοτε εισέβαλαν σε πολλές παράκτιες περιοχές από το Τέξας ως τη Φλόριντα.
Τα τρελλά μυρμήγκια ανακαλύφθηκαν για πρώτη φορά στο Χιούστον το 2002 και έκτοτε εισέβαλαν σε πολλές παράκτιες περιοχές από το Τέξας ως τη Φλόριντα.
Αν και το τσίμπημά τους είναι λιγότερο επώδυνο, θεωρούνται πιο επικίνδυνα γιατί πολλαπλασιάζονται με ταχύτατους ρυθμούς.
Τα τρελλά μυρμήγκια αναγνωρίστηκαν πέρυσι ως τα μυρμήγκια του είδους Nylanderia fulva και το παρατσούκλι τους οφείλεται στις σπασμοδικές, φαινομενικά τυχαίες κινήσεις που κάνουν.
Τα τρελλά μυρμήγκια αναγνωρίστηκαν πέρυσι ως τα μυρμήγκια του είδους Nylanderia fulva και το παρατσούκλι τους οφείλεται στις σπασμοδικές, φαινομενικά τυχαίες κινήσεις που κάνουν.
Ευτυχώς, σε αντίθεση με τα μυρμήγκια της φωτιάς, τα τρελλά μυρμήγκια διανύουν μόνα τους μόλις 200 μέτρα ετησίως, οπότε οι ερευνητές προειδοποιούν πως η εισβολή τους σε νέες περιοχές γίνεται κυρίως όταν μεταφέρονται κατά λάθος από τους ανθρώπους.