Η χειμερία νάρκη της αρκούδας είναι μια μορφή ύπνου, κατά τη διάρκεια του οποίου οι ζωτικές λειτουργίες ελαχιστοποιούνται. Ενώ, όταν η αρκούδα κοιμάται κανονικά, η καρδιά της χτυπάει με 40-50 παλμούς το λεπτό, κατά τη χειμερία νάρκη πάλλεται μόλις 6–19 φορές το λεπτό. Ακόμα και η λειτουργία των πνευμόνων ελαχιστοποιείται στις 6 ανάσες το λεπτό. Οι αρκούδες έχουν συνήθως θερμοκρασία σώματος 37 βαθμούς, αλλά κατά τη χειμερία νάρκη η θερμοκρασία τους πέφτει στους 32 περίπου βαθμούς. Η σχετικά μικρή πτώση της θερμοκρασία επιτρέπει στην αρκούδα να ξυπνήσει, αν διαισθανθεί, για παράδειγμα, ότι κινδυνεύει.
Η ικανότητα της αφύπνισης ξεχωρίζει την αρκούδα από τα περισσότερα άλλα ζώα που κοιμούνται καθ’ όλο το χειμώνα. Οι σκαντζόχοιροι και οι σκίουροι, για παράδειγμα, δεν πέφτουν σε νάρκη, αλλά σε λήθαργο, οπότε σχεδόν το σύνολο των φυσιολογικών τους λειτουργιών αδρανοποιείται. Η θερμοκρασία του σώματος αυτών των ζώων πέφτει περίπου στους 4 βαθμούς και η λειτουργία της καρδιάς τους μειώνεται από τους 200 στους 5 παλμούς το λεπτό.
Οι αρκούδες, κατά τη χειμερία νάρκη, αξιοποιούν επίσης αποτελεσματικά τις εκκρίσεις τους. Για παράδειγμα, χρησιμοποιούν τα ούρα για την παραγωγή πρωτεϊνών, αποφεύγοντας έτσι την απώλεια μυϊκής μάζας.
science illustrated