...Είναι αυτή του σχιστολιθικού πετρελαίου και αερίου. Ήδη αποτελεί νέο πεδίο στρατηγικής αντιπαράθεσης, ενώ αυξάνονται οι περιβαλλοντικές ανησυχίες.
Η παγκόσμια παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου (σχιστέλαιο) έχει τη δυνατότητα να φτάσει μέχρι και τα 14 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, το 2035, ή αλλιώς το 12 % της συνολικής προσφοράς στον κόσμο, σημειώνει νέα έκθεση της PwC που είδε το φως της δημοσιότητας.
Η εκθεση της PwC που κάνει λόγο για την "επόμενη ενεργειακή επανάσταση", εκτιμά ότι η αύξηση θα μπορούσε να μειώσει τις τιμές του πετρελαίου το 2035 από 25%-40% (ή μεταξύ $83 και $100 ανά βαρέλι, σε πραγματικούς όρους).
Η έκθεση, μάλιστα, τονίζει ότι θα υπάρξουν «σημαντικές στρατηγικές αλλαγές» στη βιομηχανία εφοδιασμού ενέργειας. Οι εγχώριοι αλλά και διεθνείς παραγωγοί πετρελαίου θα πρέπει να επανεξετάσουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο υπό το φως των πολύ διαφορετικών απαιτήσεων που προκύπτουν από την εξόρυξη σχιστόλιθου, σημειώνει η έκθεση.
Πρωτοπόρες οι ΗΠΑ
Σημειώνεται ότι οι ΗΠΑ βασίζουν την επικείμενη αυτάρκειά τους σε αυτό το νέο ενεργειακό υλικό. Η αμερικανική παραγωγή πετρελαίου θα εκτιναχθεί 25% ως το 2014 και θα διαμορφωθεί στα υψηλότερα επίπεδα 26 ετών, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. Η εκτίναξη αποδίδεται στις ανακαλύψεις τεράστιων αποθεμάτων του «σχιστολιθικού» πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Η ενεργειακή υπηρεσία των ΗΠΑ Energy Information Administration (EIA) προβλέπει επίσης ότι η μέση τιμή των τιμών του πετρελαίου θα διολισθήσει από τα 112$ ανά βαρέλι το 2012 στα 99$ το 2014. Χάρη στην αυξημένη παραγωγή των ΗΠΑ, οι αμερικανικές εισαγωγές θα μειωθούν αναλόγως κατά 25% μεταξύ 2012 και 2014, σύμφωνα με τις προβλέψεις.
Η Ρωσία στο «παιχνίδι»
Από την πλευρά της Ρωσίας, το Νοέμβριο του 2012 ο επικεφαλής της Gazprom Αλεξέι Μίλερδήλωσε ότι η εξόρυξη σχιστολιθικού φυσικού αερίου δεν αποτελεί για τη Ρωσία προτεραιότητα και αντί αυτού, σύμφωνα με τον Μίλερ, η εταιρεία θα ασχοληθεί με την εξόρυξη σχιστολιθικού πετρελαίου. Πρώτο σχετικό σχέδιο θα αποτελέσει η εκμετάλλευση του κοιτάσματος Βερχνε-Σαλίμσκι.
Η δήλωση του ηγετικού στελέχους της εταιρείας ήταν απάντηση στην εντολή του προέδρου της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν. Προηγουμένως ο αρχηγός του κράτους έδωσε εντολή να επανεξεταστεί η στρατηγική ανάπτυξης της εταιρείας και να εξεταστεί η δυνατότητα εξόρυξης εναλλακτικών πηγών ενέργειας.
Αφορμή για την απόφαση αυτή αποτέλεσε σειρά δημοσιευμάτων στα ΜΜΕ περί της «σχιστολιθικής επανάστασης» στις ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα, πολλοί αναλυτές στη Ρωσία εκτιμούν, ότι οι δηλώσεις, που αναφέρουν ότι στην Αμερική εξελίσσεται ένα πραγματικός οργασμός φυσικού αερίου, δεν είναι παρά μυθοπλασία. Το θέμα, τονίζουν, είναι ότι η Ουάσιγκτον μόνο μία φορά κατόρθωσε να ξεπεράσει τη Μόσχα σε συνολικό όγκο εξόρυξης φυσικού αερίου. Η άλλη πλευρά του νομίσματος είναι ότι κατά την εξόρυξη του σχιστολιθικού φυσικού αερίου προκαλείται σοβαρή βλάβη στο περιβάλλον.
Κατά τη γνώμη των ειδικών, τα εν δυνάμει αποθέματα σχιστολιθικού πετρελαίου στη Ρωσία είναι τεράστια. Σύμφωνα με τους πλέον συγκρατημένους υπολογισμούς φθάνουν τα 22 δισ. τόνους. Οι αισιόδοξοι υπολογίζουν ότι το δυναμικό αυτό φθάνει έως και τα 140 δισ. τόνους. Ο σχιστόλιθος βρίσκεται σε βάθος μόλις 2 χλμ., σε αντίθεση με το παραδοσιακό πετρέλαιο, για το οποίο μπορεί να απαιτηθεί γεώτρηση έως και 5 χλμ.
Περιβαλλοντικές ανησυχίες
Μεγάλη, ωστόσο συζήτηση γίνεται για πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τις εξορύξεις του υλικού, που αφορούν τη γεωργική παραγωγή, την εξάντληση των αποθεμάτων νερού και τις πιθανές επιπτώσεις για την υγεία στις εν λόγω περιοχές.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε στο παρελθόν δηλώσει ότι όλα τα έργα που αφορούν την έρευνα και εκμετάλλευση σχιστολιθικού αερίου θα πρέπει να καλύπτονται από την οδηγία για την εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων) και ότι η διενέργεια ΕΠΕ είναι υποχρεωτική για έργα εξόρυξης φυσικού αερίου, όπου η αντλούμενη ποσότητα υπερβαίνει τα 500 000 κυβικά μέτρα ημερησίως. Εντούτοις, σε μελέτη εμπειρογνωμόνων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τίτλο «Επιπτώσεις από την εξόρυξη σχιστολιθικού αερίου και πετρελαίου στο περιβάλλον και στην ανθρώπινη υγεία» που δημοσιεύθηκε το 2012, αναφέρεται ότι «το εν λόγω όριο είναι υπερβολικά υψηλό», αγνοώντας την πραγματικότητα των γεωτρήσεων σχιστολιθικού αερίου, «των οποίων η παραγωγή είναι συνήθως της τάξεως των αρκετών δεκάδων χιλιάδων κυβικών μέτρων ημερησίως κατά το αρχικό στάδιο», και υποστηρίζεται ότι η διενέργεια ΕΠΕ με τη συμμετοχή του κοινού θα πρέπει να είναι υποχρεωτική για κάθε γεώτρηση.
Η εκμετάλλευση, πάντως, των κοιτασμάτων πετρελαιούχου σχιστόλιθου είναι δημοφιλής στις ΗΠΑτα τελευταία χρόνια, ενώ αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους να δραστηριοποιηθούν πάνω σε αυτόν τον τομέα με την Πολωνία να στηρίζει πλήρως τη νέα αυτή διαδικασία, ενώ μερικές χώρες, όπως η Γερμανία και η Σουηδία αναμένουν τα αποτελέσματα των επιστημονικών μελετών. Στην Αυστρία, η τροποποίηση της νομοθεσίας έχει καταστήσει την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων υποχρεωτική και για τη φάση της έρευνας, με αποτέλεσμα οι αιτήσεις να έχουν αποσυρθεί προς το παρόν. Στη Γαλλία, παρότι η εξόρυξη σχιστολιθικού αερίου απαγορεύθηκε το 2010, αυτή την στιγμή η κυβέρνηση έχει χορηγήσει άδειες για ερευνητικές γεωτρήσεις. Η Βουλγαρία, η Τσεχία και η Ρουμανία βρίσκονται υπό καθεστώς αναστολής δραστηριοτήτων, ενώ στην Μ. Βρετανία η εξόρυξη σχιστολιθικού αερίου είναι επί του παρόντος σε μικρή κλίμακα.
Η εξόρυξη
Η εξόρυξη του σχιστολιθικού αερίου πραγματοποιείται με τη διοχέτευση υπό υψηλή πίεση μεγάλων ποσοτήτων νερού, άμμου και διαφόρων χημικών ουσιών στο υπέδαφος, σε βάθη που μπορούν να φθάσουν έως και τα 3km. Η υδραυλική πίεση δημιουργεί πολλαπλές ρωγμές στο πέτρωμα, απ' όπου το εγκλωβισμένο αέριο διαφεύγει και εν συνεχεία αντλείται. Αυτή η μέθοδος εξόρυξης αποκαλείται υδραυλική ρωγμάτωση ή διάρρηξη (hydraulic fracturing ή fracking) και εγκυμονεί πολλούς κινδύνους τόσο για το φυσικό περιβάλλον όσο και για τη δημόσια υγεία και τις τοπικές κοινωνίες.
Οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εξορυκτικής δραστηριότητας εμφανίζονται από τα πρώτα κιόλας στάδια. Η εγκατάσταση των εξεδρών εξόρυξης και η κατασκευή των συνοδευτικών υποδομών (διάνοιξη μεγάλων σε πλάτος δρόμων, χώρων στάθμευσης, εγκαταστάσεων επεξεργασίας και μεταφοράς αερίου) απαιτεί την αποψίλωση εκτάσεων και, συνεπώς, την καταστροφή των φυσικών οικοσυστημάτων, προκαλώντας με αυτόν τρόπο την αλλοίωση του φυσικού τοπίου με άμεσες συνέπειες για τη βιοποικιλότητα της περιοχής.