Το ταπεινό αγριόχορτο υπόσχεται να συμβάλει στην ενεργειακή αυτονομία των νοικοκυριών της υπαίθρου, να βγάλει τους γεωργούς από το αδιέξοδο των επιδοτήσεων και να δώσει μια φθηνή και καθαρή ενεργειακή λύση, αντικαθιστώντας το πετρέλαιο σε σπίτια και βιομηχανίες
Η ελληνική ιστορία των βιοκαυσίμων ανάγεται στο 1993. Ενεργειακά φυτά, όπως ο ευκάλυπτος, ο μίσχανθος, ο ηλίανθος, η ελαιοκράμβη, το κενάφ, το ελληνικό καλάμι και, φυσικά, η αγριαγκινάρα, αποτέλεσαν αντικείμενο πολυετούς μελέτης. Στο μεταξύ, η διεθνής εμπειρία των τελευταίων ετών ανέδειξε ιδιαίτερους προβληματισμούς σε ότι αφορά τα βιοκαύσιμα. Στην Αμερική, για παράδειγμα, η καλλιέργεια καλαμποκιού ως βιοκαυσίμου «κατηγορήθηκε» ότι απαιτούσε μεγάλες ποσότητες ζιζανιοκτόνων και αζωτούχων λιπασμάτων, ότι κατανάλωνε ίση ποσότητα ορυκτών καυσίμων με εκείνη που υποκαθιστούσε, ότι η τιμή του προϊόντος εκτοξεύτηκε στα ύψη, δημιουργώντας τεράστια ερωτήματα για την παραγωγή του ως εδώδιμου αλλά και για την εξαφάνιση της βιοποικιλότητας, ενώ η σημαντικότερη αρχή των βιοκαυσίμων για τη μηδενική έκλυση διοξειδίου του άνθρακα παραβιαζόταν.
Η λύση θα ήταν να στραφούμε σε ένα πολυετές φυτό, μη εδώδιμο, το οποίο αναπτύσσεται γρήγορα και δεν θα χρειάζεται πότισμα και φυτοφάρμακα.
Η ελληνική ιστορία των βιοκαυσίμων ανάγεται στο 1993. Ενεργειακά φυτά, όπως ο ευκάλυπτος, ο μίσχανθος, ο ηλίανθος, η ελαιοκράμβη, το κενάφ, το ελληνικό καλάμι και, φυσικά, η αγριαγκινάρα, αποτέλεσαν αντικείμενο πολυετούς μελέτης. Στο μεταξύ, η διεθνής εμπειρία των τελευταίων ετών ανέδειξε ιδιαίτερους προβληματισμούς σε ότι αφορά τα βιοκαύσιμα. Στην Αμερική, για παράδειγμα, η καλλιέργεια καλαμποκιού ως βιοκαυσίμου «κατηγορήθηκε» ότι απαιτούσε μεγάλες ποσότητες ζιζανιοκτόνων και αζωτούχων λιπασμάτων, ότι κατανάλωνε ίση ποσότητα ορυκτών καυσίμων με εκείνη που υποκαθιστούσε, ότι η τιμή του προϊόντος εκτοξεύτηκε στα ύψη, δημιουργώντας τεράστια ερωτήματα για την παραγωγή του ως εδώδιμου αλλά και για την εξαφάνιση της βιοποικιλότητας, ενώ η σημαντικότερη αρχή των βιοκαυσίμων για τη μηδενική έκλυση διοξειδίου του άνθρακα παραβιαζόταν.
Η λύση θα ήταν να στραφούμε σε ένα πολυετές φυτό, μη εδώδιμο, το οποίο αναπτύσσεται γρήγορα και δεν θα χρειάζεται πότισμα και φυτοφάρμακα.
Η αγριαγκινάρα (Cynara cardunculus)
Έρευνες ανέδειξαν ότι βάσει των περιβαλλοντικών και οικονομικών απαιτήσεων, το βέλτιστο ενεργειακό φυτό για την ελληνική αλλά και παγκόσμια γεωργία, καθώς και για την παραγωγή ενέργειας, είναι το γαϊδουράγκαθο ή, όπως είναι αλλιώς γνωστό, η αγριαγκινάρα (Cynara cardunculus). Η θερμαντική ικανότητα δύο κιλών ξηρής αγριαγκινάρας ισοδυναμεί με ένα λίτρο πετρέλαιο και η τιμή της διαμορφώνεται στο τρίτο αυτής του ισοδύναμου πετρελαίου ανά λίτρο. Παράλληλα, οι περιβαλλοντικές εκροές στην παραγωγή βιοενέργειας είναι χαμηλότερες από αυτές των παραδοσιακών καλλιεργειών (μείωση νιτρορύπανσης, μείωση φυτοφαρμάκων, διαχείριση νερού, μείωση της διάβρωσης-ερημοποίησης, αύξηση εδαφικής γονιμότητας). Η καλλιέργεια ενός πολυετούς φυτού, όπως η αγριαγκινάρα, δεν έχει απλώς μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα -αφού η αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με βιομάζα είναι ουδέτερη σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, καθώς η ποσότητα που ελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα μετά την καύση της αφομοιώνεται από το φυτό κατά τη φωτοσύνθεση-, αλλά μειώνει περαιτέρω την έκλυση διοξειδίου του άνθρακα λόγω έλλειψης οργώματος και κατεργασιών του εδάφους, ενώ δεσμεύει περισσότερο ατμοσφαιρικό άνθρακα υπό τη μορφή χούμου που εμπλουτίζει το έδαφος που καλλιεργείται με αγριοαγκινάρα.
Χωρίς απαιτήσεις
Στον θεσσαλικό κάμπο καλλιεργούνται περίπου 10.000 στρέμματα και άλλα τόσα στην περιοχή της Κοζάνης και της Ξάνθης. Η διαδικασία της καλλιέργειας του γαϊδουράγκαθου είναι εξαιρετικά απλή και γίνεται ακόμη και στο πιο δύσβατο και ξερό χωράφι.
Ως πολυετές φυτό, η σπορά γίνεται μία φορά κάθε δώδεκα χρόνια. Φυτεύεται τον Οκτώβριο, μεγαλώνει με τις βροχές του χειμώνα και μαζεύεται από τον Ιούλιο μέχρι το Σεπτέμβριο. Δεν χρειάζεται νερό, λίπασμα και, φυσικά, ως «δυνατό» ζιζάνιο επιβιώνει χωρίς να απαιτούνται ζιζανιοκτόνα. Η απόδοση του χωραφιού κυμαίνεται από 1.200 έως 1.600 κιλά σε ξηρή ουσία/στρέμμα, ενώ διπλασιάζεται με 2 - 3 αρδεύσεις την άνοιξη.
Η καλλιέργεια δεν είναι μόνο εύκολη, αλλά και εξαιρετικά κερδοφόρος. Η αγριαγκινάρα προσφέρει μια βιώσιμη εναλλακτική λύση για τους γεωργούς της περιοχής, συνήθως βαμβακοπαραγωγούς και παραγωγούς σιτηρών. Οι παραγωγοί μπορούν να διεκδικήσουν από 70 έως 150 ευρώ/στρέμμα (ανάλογα με το συμβόλαιο που έχουν υπογράψει με την εταιρεία αγοράς), ενώ επιπλέον παίρνουν μια πολύ μικρή επιδότηση. Και όλα αυτά με κόστος εγκατάστασης 25 ευρώ/ στρέμμα για τον πρώτο χρόνο και μηδενικό για όλα τα υπόλοιπα.
Το επόμενο βήμα γίνεται στο εργοστάσιο παραγωγής πελλέτας. Εδώ, η αγριαγκινάρα που έχει μαζευτεί σε μπάλες περνάει από σπαστήρες, μετατρέπεται σε «πούδρα», η οποία στη συνέχεια συμπιέζεται, και έτσι παράγονται οι πελλέτες. Τα μικρά εύκαμπτα κυλινδρικά τεμάχια που θα αποτελέσουν την πρώτη ύλη καύσης συσκευάζονται, μεταφέρονται και αποθηκεύονται εύκολα.
Η ζήτηση στην Ευρώπη, από μηδενική που ήταν το 2000, εκτοξεύτηκε σε 10 τόνους το 2009 και αναμένεται να φτάσει τους 100 τόνους τα επόμενα πέντε χρόνια. Στόχος είναι η παραγωγή να απορροφηθεί στην Ελλάδα, όμως η παρούσα οικονομική συγκυρία κάνει δύσκολα τόσο τα σχέδια επέκτασης όσο και την αγορά της παραγωγής αγριαγκινάρας, που απαιτεί την πληρωμή ενός εφάπαξ ποσού στους αγρότες μία φορά το χρόνο.
Τα στερεά καύσιμα υπό μορφή πελλέτας αντικαθιστούν στην Ελλάδα το πετρέλαιο θέρμανσης σε εγχώριες βιομηχανίες και σπίτια, ενώ σύντομα θα ξεκινήσει και η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος σε μονάδες μικρής εγκατεστημένης ισχύος (< 5 Μwe). Επίσης, η καλλιέργεια αγριαγκινάρας μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην υποχρέωση της Ελλάδας για διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας έως 20% μέχρι το 2020, αλλά και στην παραγωγή ενέργειας σε νησιωτικές περιοχές.
περιοδικό ΟΙΚΟ της Καθημερινής
Αν σας άρεσε το θέμα κάντε ένα "Like" και κοινοποιήστε το στους Φίλους σας...!