«…Τα βράδια του Σαββάτου είχαμε Καντσονίσιμα και τις Κυριακές, τον Διακογιάννη. Η «Aθλητική Κυριακή», όπως και τα τραγούδια της Μίνος στο ραδιόφωνο, ήταν η μελαγχολική υπενθύμιση της Δευτέρας για μια ολόκληρη γενιά…»
ΣTO σπίτι επικρατούσε μια ανεξήγητα χαρούμενη ατμόσφαιρα. Κάθε δυο λεπτά η μάνα μου μας έλεγε: «Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι σας περιμένει». Αν σκεφτεί κανείς ότι οι γονείς, όταν σαπίζουν τα παιδιά τους στο ξύλο, ρωτούν με χαμόγελο «σ” άρεσε;» τότε η φράση «δε φαντάζεστε τι σας περιμένει» μπορούσε να περικλείει πολλά. Έπειτα από λίγο ακούστηκαν οι γνώριμοι ήχοι. Βήχας δυνατός, κλειδί στην πόρτα, χαμόγελο, ήλιος και φιλί στη μάνα μου…
Mετά ο πατέρας να λέει: «τη φέρνουν. Kανόνισες πού θα τη βάλουμε;» O διάλογος μεγάλωνε ακόμα πιο πολύ την περιέργειά μας μέχρι που άνοιξε η πόρτα του ασανσέρ. Τρέξαμε. Δυο εργάτες κουβαλούσαν ένα χαρτονένιο τεράστιο κουτί. Το ακούμπησαν στο πάτωμα με προσοχή κι άρχισαν να σκίζουν τα χαρτόνια. Τα μάτια μας συναγωνίζονταν το μέγεθος της κουκουβάγιας.
Οι γονείς μου αγκαλιάστηκαν τρυφερά, οι εργάτες είπαν καλορίζικη και μεις μείναμε, όπως αυτός που έφαγε μπισκότο Εxcess.
H Aυτού Mεγαλειότης η Τηλεόραση στο σαλόνι μας.
Tετράγωνη, σαν μπαούλο, με πορτάκι φυσαρμόνικα και τρία όλα κι όλα τεράστια κουμπιά. Ένα να γράφει ON, ένα να γράφει OFF και ένα στρογγυλό όλο νούμερα για ν” αλλάζουμε κανάλια. Όλα θορυβώδη, ιδίως η αλλαγή καναλιού που ανάσταινε νεκρό. Καθίσαμε μαγνητισμένοι στον καναπέ.
«Καλησπέρα σας κυρίες και κύριοι» είπε η Νάκη Αγάθου.
«Καλησπέρα σας» είπαμε όλοι μαζί σαν τη χορωδία Τυπάλδου.
Κι έτσι η τηλεόραση μπήκε στη ζωή του σπιτιού κι έφερε τα πάνω κάτω.
Καταρχήν άλλαξε η διαρρύθμιση του σαλονιού. Ο βελούδινος, πράσινος καναπές που στεκόταν απέναντι απ” την μπαλκονόπορτα για να χαζεύουμε τη θέα στο πάρκο άλλαξε θέση. Τι νόημα είχαν πια τα φύλλα των δέντρων, που τα σκόρπιζε ο αέρας, ή τα παιδιά, που παίζαν ποδόσφαιρο, ή το άγαλμα της Αθηνάς, που «κατασκόπευε» το σπίτι μας από απέναντι… Αθηνά εναντίον Λόουν Ρέιντζερ σημειώσατε δύο.
Στο σχολείο το νέο μεταδόθηκε αμέσως και σύντομα δημιουργήθηκαν δύο «κοινωνικές» τάξεις. Οι έχοντες (τηλεόραση) και οι μη έχοντες. Οι δεύτεροι λέγανε ακριβώς την ίδια φράση «οι γονείς μου λένε ότι θα χαλάσουν τα μάτια μας και ότι δε θα διαβάζουμε τα μαθήματά μας».
Στα πάρτι το μαγικό κουτί μονοπωλούσε το ενδιαφέρον. Bγήκαν και τα πρώτα ανέκδοτα. Πώς λένε στα τούρκικα την τηλεόραση; Μπανιστίρ ντουλάπ…
Όσο για τον πολλαπλασιασμό του 8, που μας ταλαιπωρούσε μήνες, τον ξεπετάξαμε στο λεπτό προς χάριν του Μπονάτσα.
Για όλους υπήρχε κάτι. Κανένας δεν έμενε παραπονεμένος. Καραγκιόζης, Χοντρός-Λιγνός, Ζορό. Κάθε Παρασκευή, Μάχη. Σύγχρονη Εύα με την Έλλη Ευαγγελίδου. Όσο για το «Χαρούμενη Oικογένεια» ήμουν απολύτως βέβαιη ότι ο Ντέιβιντ Κάσιντι χαμογελούσε σε μένα προσωπικά. Τα βράδια του Σαββάτου είχαμε Καντσονίσιμα και τις Κυριακές, τον Διακογιάννη. Η «Aθλητική Κυριακή», όπως και τα τραγούδια της Μίνος στο ραδιόφωνο, ήταν η μελαγχολική υπενθύμιση της Δευτέρας για μια ολόκληρη γενιά. Από τηλεπαιχνίδια άλλο τίποτα. Αξέχαστα του Μαστοράκη, ιδίως το Μπίνγκο.
Και σπουδαίες εκπομπές όπως το «Αυτή είναι η ζωή σου» και, πάνω απ” όλα το «Αλάτι και Πιπέρι» με τον Φρέντι Γερμανό. (Έχει και η γενιά μου τις μνήμες της από «Γερμανική έφοδο» στο σαλόνι).Αξέχαστο θα μου μείνει ένα περιστατικό, χαρακτηριστικό του μαγικού του χιούμορ. Ο Γερμανός φιλοξενούσε τις φιναλίστ των Καλλιστείων. Μια απ” αυτές, στην ερώτηση που αφορούσε τα χόμπι της, είπε ότι λατρεύει να γράφει ποιήματα. Ο Γερμανός την παρότρυνε ν” απαγγείλει ένα από αυτά. Εκείνη πετάρισε τις βλεφαρίδες και είπε τα Κεριά του Καβάφη. ‘Αναυδους μας πέτυχε η καταπληκτική ατάκα του παρουσιαστή. «Συγχαρητήρια δεσποινίς και σας εύχομαι κάποτε να γράψετε και την Ιθάκη». Σαν βγεις στο πηγαιμό για το …Πέιτον Πλέις να εύχεσαι να “ναι μακρύς ο δρόμος.
Χρόνια και χρόνια αυτός ο δρόμος. Κι έτσι κάθε απόγευμα χτυπούσε το κουδούνι η κυρία του επάνω ορόφου με ένα κουτί γλυκά (κασετίνα, νουγκατίνα, σεράνο) τη συγκεκριμένη ώρα. Μέχρι που άρχισε ο Άγνωστος Πόλεμος, οπότε αποφάσισε να πάρει τηλεόραση και να τρώει γλυκά μόνη της . Μ” αυτό το σίριαλ ερήμωνε η πόλη. Και περιέργως χάλαγε και η τηλεόραση. Σπανίως μας αξίωνε ο Θεός να δούμε τον Βαρτάνη ολόσωμο. Ή από τη μέση και πάνω θα τον βλέπαμε ή από τη μέση και κάτω. Αν ακούμπαγες το κουμπί, σταμάταγε το κούνημα. Μ” έβαζαν να το κρατάω σ” όλη τη διάρκεια (κι ύστερα σου λένε για ψυχικά τραύματα) και μόλις κουραζόμουν φώναζαν: ΧΙΟΝΙΑ.
Μ” αυτά τρίφτηκε το βελούδο του καναπέ. Στο τέλος τον πετάξαμε. Όπως και την ογκώδη τηλεόραση. Η καινούργια ήταν πιο κομψή και μίκραινε και μίκραινε, ώσπου μπήκε και στην κρεβατοκάμαρα (δώσε θάρρος στο χωριάτη ν” ανέβει και στο κρεβάτι). Από κείνα τα χρόνια έμειναν μερικοί μυστικοί κωδικοί, κάτι σαν σύνθημα-παρασύνθημα των άνω τριάντα πέντε…… Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ (α ρε Νικολαΐδου) ή το Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΓΕΛΑ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ. Η Αυτού Εξοχότης η Τηλεόραση, μεταλλαγμένη πια, παίρνει την εκδίκησή της. Αντί να την παρακολουθούμε, μας παρακολουθεί. Καινούργιοι μυστικοί κωδικοί καταγράφονται…
-Από πού μας τηλεφωνείτε; Aπό το Βούζι Δομοκού; XΕΙΡΟΚΡΟΤΗΜΑ. (τέτοιον ενθουσιασμό ούτε που τ? ονειρεύτηκε το Βούζι).
Όσο δε για το «ακατάλληλο για ανηλίκους» που μας κέντριζε στην εικόνα πάνω δεξιά… Εκεί να δεις εκδίκηση. Σεξ και δώστου σεξ. Κάθε ερωτική σκηνή και δεκαοχτώ στάσεις. Ούτε το Κάβο Ντόρο να περνάς δε νιώθεις τέτοια ζαλάδα. Μία επάνω, μία κάτω. Ξεσηκώνεται ο θεατής και «χτυπάει» μετά στη βοηθητική εκπομπή…
- Συγχαρητήρια για την εκπουμπή σας . Ήθελα να σας ρουτήσω για του πέου μου (η καθαρεύουσα τον μάρανε).
H Aυτού Εξοχότης η Τηλεόραση. Ενημερωτική ή όχι, σπουδαία ή μη, στολίδι ή σκουπίδι, πάντα απέναντι από τον καναπέ. Παράθυρο στον κόσμο ή κλειδαρότρυπα στην πόρτα του κόσμου.
Εξαρτάται από το θεατή ίσως κι από τον καναπέ.
Pέα Bιτάλη
4 Τροχοί, Μάρτιος 1999,