
Τι κοινό έχουν ο Μεγαλέξανδρος, ο Σαλαντίν, ο «χαμένος παράδεισος» και η Οθωμανική Αυτοκρατορία με έναν μετεωρίτη; Ενα μυστικό 2.500 χρόνων, αφού και η Ανατολή έχει το δικό της Εξκάλιμπερ...
Οι ευρωπαίοι Σταυροφόροι που γύρισαν στις πατρίδες τους έλεγαν ιστορίες για τα σπαθιά των ισλαμιστών πολεμιστών που οι λεπίδες τους μπορούσαν να σκίσουν ένα μαντίλι στον αέρα, να λυγίσουν σε γωνία 90 μοιρών και να ξαναϊσιώσουν χωρίς να πάθουν τίποτε. Αποκαλούσαν το μέταλλο από το οποίο ήταν φτιαγμένα δαμασκηνό ατσάλι. Παρά τους αιώνες προόδου στην επιστήμη των υλικών, το πώς ακριβώς το έφτιαχναν οι μουσουλμάνοι τεχνίτες εξακολουθεί να παραμένει άγνωστο.
Οι ευρωπαίοι σιδεράδες της εποχής ήξεραν ότι οι λεπίδες ήταν από χυτοχάλυβα, ο οποίος φτιαχνόταν λιώνοντας σίδηρο μαζί με φυτικά συστατικά, αλλά δεν μπορούσαν να αναπαραγάγουν την οξύτητα, την ευκαμψία και τα χαρακτηριστικά κυματιστά σημάδια του. Το μέταλλο έχει προβληματίσει πολλούς επιστήμονες, από τον Μάικλ Φαραντέι ως τους σημερινούς ερευνητές της Επιστήμης των Υλικών.
Ο Τζον Φερχόφεν του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Αϊοβα έχει δείξει ότι μόνο συγκεκριμένοι τύποι χυτοχάλυβα, οι οποίοι περιέχουν ιχνοστοιχεία όπως το βανάδιο, μπορούν να δώσουν το κατάλληλο μοτίβο της επιφάνειας. Το 2006 ερευνητές του Πολυτεχνείου της Δρέσδης στη Γερμανία μελέτησαν τα ξίφη με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο και ανακάλυψαν ότι η αντοχή του μετάλλου τους μάλλον προέρχεται από νανοσωλήνες άνθρακα που παράγονται από ένα ορυκτό, τον σεμεντίτη. Παρόμοιες δομές δίνουν στα σύγχρονα συνθετικά υλικά την αντοχή τους. Παρ' όλα αυτά, η ακριβής συνταγή εξακολουθεί να καλύπτεται από μυστήριο.

Τα δύο πιο φημισμένα είδη σπαθιών της ανθρώπινης ιστορίας υπήρξαν το δαμασκηνό και το κατάνα των σαμουράι. Δοξασμένο το πρώτο από τους Ευρωπαίους που γεύθηκαν την κόψη του στις Σταυροφορίες και το δεύτερο από τους Αμερικανούς που το γνώρισαν στα χέρια αξιωματικών του εχθρού, στο μέτωπο του Ειρηνικού. Για το ποιο είναι ανώτερο ο πιο γνωστός ζων σιδηρουργός σπαθιών, ο Hank Reinhardt, αποφαίνεται: το δαμασκηνό σπαθί.

Ο μεσαιωνικός θρύλος μάλιστα θέλει τον Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο να επιχειρεί να πείσει τον Σαλαντίν για το ανώφελο της αντίστασης κόβοντας με ένα χτύπημα του σπαθιού του ένα σιδερένιο δοκάρι. Ο Σαλαντίν, ατάραχος, πέταξε απλά στον αέρα ένα μεταξωτό μαντίλι και το άφησε να πέσει στο ακίνητο σπαθί του: κόπηκε μονομιάς σε λωρίδες διαλύοντας τις αυταπάτες του Ριχάρδου.
H προέλευση του ατσαλιού
H ονομασία του σπαθιού παραπέμπει στη Δαμασκό, την πρώτη πρωτεύουσα των αραβικών χαλιφάτων, κέντρο εμπορίου της ΝΔ Ασίας. Είτε γιατί μόνο εκεί μπορούσε να τα αγοράσει κανείς είτε γιατί τα μοναδικά νερά της λάμας τους θύμιζαν τους ιριδισμούς των μεταξωτών της Δαμασκού, τα σπαθιά βαφτίστηκαν «δαμασκηνά». H ακριβής προέλευση όμως του θαυμαστού τους ατσαλιού και η μέθοδος κατεργασίας του ήταν μυστικά που οι Ευρωπαίοι του Μεσαίωνα δεν κατόρθωσαν να ανακαλύψουν. Οι αιχμάλωτοι αρνήθηκαν να τους τα πουν ή τους έπεισαν ότι «βουτούσαν την πυρακτωμένη λάμα στα ούρα κοκκινοκέφαλου νηπίου»! H τέχνη κατεργασίας έμεινε στα χέρια των αραβικών συντεχνιών ως το πέρασμα των ταταρικών ορδών του Ταμερλάνου, τον 14ο αιώνα, που λεηλάτησε τη Βαγδάτη και πήρε
H προέλευση του ατσαλιού
H ονομασία του σπαθιού παραπέμπει στη Δαμασκό, την πρώτη πρωτεύουσα των αραβικών χαλιφάτων, κέντρο εμπορίου της ΝΔ Ασίας. Είτε γιατί μόνο εκεί μπορούσε να τα αγοράσει κανείς είτε γιατί τα μοναδικά νερά της λάμας τους θύμιζαν τους ιριδισμούς των μεταξωτών της Δαμασκού, τα σπαθιά βαφτίστηκαν «δαμασκηνά». H ακριβής προέλευση όμως του θαυμαστού τους ατσαλιού και η μέθοδος κατεργασίας του ήταν μυστικά που οι Ευρωπαίοι του Μεσαίωνα δεν κατόρθωσαν να ανακαλύψουν. Οι αιχμάλωτοι αρνήθηκαν να τους τα πουν ή τους έπεισαν ότι «βουτούσαν την πυρακτωμένη λάμα στα ούρα κοκκινοκέφαλου νηπίου»! H τέχνη κατεργασίας έμεινε στα χέρια των αραβικών συντεχνιών ως το πέρασμα των ταταρικών ορδών του Ταμερλάνου, τον 14ο αιώνα, που λεηλάτησε τη Βαγδάτη και πήρε
όλους τους οπλουργούς μαζί του.

Οι μόνες απόμακρες πληροφορίες για την τέχνη σφυρηλάτησης «ομοιογενούς ατσαλιού» έφθασαν στους Ευρωπαίους μέσω των Αράβων της Ιβηρικής. Τα σπαθιά του Τολέδου ήταν ό,τι καλύτερο διέθετε η ευρωπαϊκή οπλουργία το 1000 μ.X. αλλά έχασαν την αίγλη τους τους επόμενους τρεις αιώνες από τις συγκρίσεις των Σταυροφόρων με τα δαμασκηνά σπαθιά. Σύντομα πάντως η ανακάλυψη του κλιβάνου πολλαπλών ράβδων ατσαλιού στην Καταλονία το 1300 μ.X. έστρεψε το ενδιαφέρον των αρχόντων του Μεσαίωνα στη μαζική παραγωγή σπαθιών. Οι μόνοι επίμονοι ερευνητές παρέμειναν οι χημικοί (όπως ο Μάικλ Φάραντεϊ και ο Τόρμπεν Μπέργκμαν το 1785), οι οποίοι απέτυχαν μεν να αποκαλύψουν το μυστικό της μεταξένιας λάμας, αλλά έθεσαν με τις αναλύσεις τους τις βάσεις της επιστημονικής μεταλλουργίας.
H «κοφτερή» συνταγή
Παρά τις μετέπειτα προσπάθειες πολλών γνωστών οπλουργών και μεγάλων χυτηρίων να αναπαράξουν τη «συνταγή», χρειάστηκε να φθάσουμε στο 1998 για να βρούμε τεκμηριωμένες απαντήσεις. Τότε οι ερευνητές Βερχόεβεν, Πέντρεϊ και Ντάουκς του Πανεπιστημίου της Αϊόβας δημοσίευσαν στην «Journal of Metallurgy» το πόρισμα των αναλύσεων που έκαναν σε δαμασκηνά σπαθιά του Μουσείου της Βέρνης (http://www.tms.org/pubs/journals/JOM/9809/ToC4#ToC4).
H «κοφτερή» συνταγή
Παρά τις μετέπειτα προσπάθειες πολλών γνωστών οπλουργών και μεγάλων χυτηρίων να αναπαράξουν τη «συνταγή», χρειάστηκε να φθάσουμε στο 1998 για να βρούμε τεκμηριωμένες απαντήσεις. Τότε οι ερευνητές Βερχόεβεν, Πέντρεϊ και Ντάουκς του Πανεπιστημίου της Αϊόβας δημοσίευσαν στην «Journal of Metallurgy» το πόρισμα των αναλύσεων που έκαναν σε δαμασκηνά σπαθιά του Μουσείου της Βέρνης (http://www.tms.org/pubs/journals/JOM/9809/ToC4#ToC4).
Σύμφωνα με αυτό, τα δαμασκηνά σπαθιά φτιάχνονταν από εισαγόμενο ατσάλι που παραγόταν από το 500 π.X. στην περιοχή Καρνατάκα, στο Χαϊντεραμπάντ της N. Ινδίας. Γνωστό ως ούκου (ή γουτς αργότερα στους Ευρωπαίους), το ατσάλι αυτό είχε προσμείξεις σιμεντίτη (Fe3C) κατά 1,5% και φωσφόρου, χαλκού, θείου, νικελίου και πυριτίου σε ποσότητες κάτω της μονάδας. Κατά τη σφυρηλάτησή του στα μεταλλουργεία της Δαμασκού στην αιχμή της λάμας συγκεντρώνονταν καρβίδια (που της έδιναν τη ζηλευτή κόψη), ενώ εγκαρσίως στη λάμα ο σιμεντίτης διαμοιραζόταν σε στενές λωρίδες πάχους 6 mm και σε απόσταση 30-70 mm.

Μύθος και ιστορία
H παράδοση θέλει τη σιδηρουργία να αποκαλύπτεται συμπτωματικά στην προϊστορική Ελλάδα, με την παρείσφρηση σιδηρομεταλλεύματος στην καύση ξύλων για κάρβουνο. H επίσημη αρχαιολογία είχε από παλιά ενδείξεις ότι η επεξεργασία του σιδήρου εμφανίστηκε περίπου το 2000 π.X. στην Κίνα και στην Ινδία και ότι ήταν γνωστή στους Χετταίους, λαό που ζούσε στα υψίπεδα του Ιράν. Τα σιδερένια όπλα ήταν που επέτρεψαν στους Χετταίους να κατακτήσουν στα προομηρικά χρόνια όλες τις χώρες ως τη Μεσόγειο, ώσπου αφανίστηκαν γύρω στο 1200 π.X. από τους «ανθρώπους της θάλασσας» (τους Ελληνες;). Είναι εντυπωσιακό ότι το ατσάλι, το ισχυρότατο αυτό κράμα σιδήρου και άνθρακα, μας έδωσε το πρώτο δείγμα του σε ένα μαχαίρι που βρέθηκε στην Κύπρο, χρονολογούμενο περί το 1200 π.X.
Το 1961 έγινε μια ανακάλυψη που οδήγησε επίσης σε σκέψεις για το επίπεδο της μεταλλοτεχνίας στη χώρα μας: ο αμερικανός φυσικός δρ Λάιλ Μπορστ μελέτησε δείγματα ανασκαφών από τη Σπάρτη και συμπέρανε ότι οι αρχαίοι Σπαρτιάτες παρήγαν μεγάλες ποσότητες ατσαλιού ήδη από το 650 π.X. Ο Μπορστ διετύπωσε σε άρθρο του στους «New York Times» την άποψη ότι αυτό ήταν το μυστικό της παντοδυναμίας των Σπαρτιατών στις πολεμικές αναμετρήσεις, καθ' όσον η χρήση ατσάλινων όπλων την εποχή εκείνη ισοδυναμούσε με κατοχή... ατομικής βόμβας.

H απορία είναι γιατί οι Μακεδόνες - και οι Ρωμαίοι που τους διαδέχθηκαν - δεν επωφελήθηκαν από την τεχνογνωσία σφυρηλάτησης ομοιογενούς ατσαλιού των χωρών που γνώρισαν. H απάντηση των επιστημόνων μεταλλουργών ήταν ότι τα χυτήρια των Ευρωπαίων από την αρχαιότητα ως και τον Μεσαίωνα έφθαναν ως τους 1.200 βαθμούς Κελσίου και όχι στους 1.500 που χρειαζόταν αυτή η κατεργασία. Ηταν άγνωστο πώς οι ινδοί μεταλλουργοί το κατάφερναν και... σίγουρα κράτησαν καλά το μυστικό τους.
H αρχαιολογική ανακάλυψη
Το 1999 μια νέα αρχαιολογική ανακάλυψη έριξε φως στο μυστήριο αφήνοντας περιθώριο για νέες εικασίες ως προς τον ρου της ιστορίας: στα ερείπια της πόλης Γκιαούρ Καλά του Τουρκμενιστάν βρέθηκαν τρία καμίνια του 1000 μ.X. με πήλινο φούρνο - τροφοδοτούμενο με αέρα από κάτω - που όντως μπορούσε να φθάσει τους 1.500 βαθμούς. Ο υπεύθυνος των ανασκαφών δρ Ντάφιντ Γκρίφιθς του Πανεπιστημιακού Κολεγίου του Λονδίνου δήλωσε ότι πρόκειται για την πιο εξεζητημένη μεταλλουργική τεχνολογία που έχει ανασκαφεί ποτέ. Ποια είναι όμως η Γκιαούρ Καλά και γιατί βρέθηκε εκεί αυτή η τεχνογνωσία; Οπως υποψιάζεται κανείς από το όνομα, πρόκειται για ελληνική πόλη, την πρωτεύουσα της Βακτριανής και Σογδιανής!


Ο «σιδεράς γύφτος»
Στα χρόνια της τουρκικής κυριαρχίας της Ινδίας σημειώνεται και η πρώτη ερήμωση των μεταλλείων ατσαλιού. Οι εργάτες που δούλευαν εκεί υποχρεώθηκαν να ακολουθήσουν τον τουρκικό στρατό. Εχει αυτό σχέση με το χτίσιμο των καμινιών που βρέθηκαν στην Γκιαούρ Καλά; Δεν υπάρχουν αποδείξεις. Γνωρίζουμε πάντως ότι η φυλή-παρίας των ινδών μεταλλωρύχων της Χαϊντεραμπάντ, των Agaria (Αγκαρία, Αγαρηνοί; - γλωσσολόγοι, βοήθεια) απογυμνώθηκε από όσους γνώριζαν το μυστικό του ούκου και σήμερα τα απομεινάρια της είναι νομάδες. Να έχει αυτό άμεση σχέση με την παλιά μας αντίληψη για τον «σιδερά γύφτο» που ακολουθούσε τα οθωμανικά ασκέρια στα Βαλκάνια; Ποιος ξέρει...
Από τη σκόνη του μετεωρίτη στη νανοτεχνολογία
Το αίνιγμα του δαμασκηνού σπαθιού παραμένει λοιπόν μισολυμένο. Γνωρίζουμε τη σύσταση του υλικού του αλλά δεν γνωρίζουμε τον ακριβή τρόπο κατεργασίας του. Ο θαυμασμός για τις ιδιότητές του αλλά και για τη μαστοριά των τεχνητών σε εποχές με ελλιπείς επιστημονικές γνώσεις συνεχίζει να θέλγει και σήμερα οπλουργούς και ερευνητές. Αρκετοί είναι οι κατασκευαστές σπαθιών και εγχειριδίων που έχουν παρουσιάσει εξαιρετικές μιμήσεις του δαμασκηνού σπαθιού, χρησιμοποιώντας ακόμη και αυθεντικό Ουκούς. Ενας μάλιστα από αυτούς είναι ο ελληνοαμερικανός δρ Μεταλλογραφίας Jim Hrisoulas (www.atar.com).
Κάποιοι άλλοι προσπαθούν ακόμη να ξεπεράσουν τον «πήχη» που έθεσαν οι μεταλλοτεχνίτες της Δαμασκού. Ο καθηγητής Μεταλλουργίας του αμερικανικού Πανεπιστημίου Παρντιού Χάρβεϊ Αμπράμοβιτς ξεκίνησε αυτή την άνοιξη την κατασκευή του «καλύτερου σπαθιού όλων των εποχών» ονόματι Δρακοφονιάς (Dragonslayer). H ιδέα του βασίζεται στην επίσης αρχαία τεχνική των ιθαγενών της Ιάβας να ενσωματώνουν στο κράμα του ατσαλιού σκόνη μετεωρίτη αλλά και στον θρύλο του Εξκάλιμπερ, του σπαθιού του βασιλιά Αρθούρου, που ήταν φτιαγμένο από «μέταλλο του ουρανού». Ο καθηγητής πιστεύει ότι, αν εξαγάγει σίδηρο από ένα κομμάτι μετεωρίτη 390 γραμμαρίων που έπεσε στην Κίνα τον 15ο αιώνα, θα μπορέσει να φτιάξει ένα κράμα υπέρτερο απ' ό,τι έχει γνωρίσει ο κόσμος μας ως σήμερα.
Στο εγχείρημα του Αμπράμοβιτς συμβάλλει ο καθηγητής Ολσον του Πανεπιστημίου Νορθγουέστερν και οι φοιτητές του. Ο Ολσον δεν είναι τυχαίος στον χώρο. Είναι επικεφαλής της νεόδμητης εταιρείας νανοτεχνολογίας QuesTek. H ιδιαιτερότητα αυτής της εταιρείας είναι ότι δεν κατασκευάζει ατσάλι από πρωτογενή υλικά αλλά «το γεννάει» σχεδιάζοντας εξ ολοκλήρου σε υπολογιστές τα νέα κράματα. Παρεμβαίνοντας στη μικροκρυσταλλική δομή των μετάλλων η εταιρεία κατόρθωσε να παράξει ένα υπερ-ατσάλι, το Ferrium C69.
H συμμετοχή της QuesTek στην κατασκευή του Δρακοφονιά έχει να κάνει με τη μετατροπή του μετεωρίτη σε ατσάλι αλλά και με την αυτοματοποιημένη (μη σφυρήλατη πλέον) διαμόρφωση της κόψης του σπαθιού. Αρχικώς ο Αμπράμοβιτς θα διαλύσει τον μετεωρίτη σε ηλεκτρολυτικό διάλυμα. Ο καθαρός σίδηρος θα συσσωρευθεί σε ένα ηλεκτρόδιο αφήνοντας στο διάλυμα τις πρότερες προσμείξεις του. Στον σίδηρο θα διοχετευθεί σκόνη γραφίτη με τη μέθοδο της QuesTek ώστε να μετατραπεί σε Ferrium C69. Πέντε λίβρες από αυτό το «κυβερνοατσάλι» θα μεταπλαστούν στον Δρακοφονιά, που αναμένεται να εκτεθεί σε δημοπρασία του Internet αυτό το καλοκαίρι.
Campbell MacGregor Βήμα
Καφαντάρης Τάσος Βήμα