Η εκκλησία, που θα γινόταν το μυστήριο, ήταν η Αγία Ειρήνη της Πλάκας. Η ώρα του γάμου είχε φτάσει και στην εκκλησία συγκεντρώθηκαν ο γαμπρός, οι συγγενείς και οι φίλοι τους. Μόνο η νύφη έλειπε.
Τι είχε συμβεί; Απλούστατο. Η κοπέλα, που δεν αγαπούσε τον νεαρό Ταλιάνη, προτίμησε να ακολουθήσει τον εκλεκτό της καρδιάς της, που της πρότεινε να την απαγάγει. Ο γαμπρός άναψε από την προσβολή, κυνήγησε την άπιστη να την σκοτώσει, αλλά δεν κατόρθωσε να την ανακαλύψει. Γύρισε στο σπίτι τού παρ' ολίγο πεθερού του και του ζήτησε τα δώρα που είχε κάνει στην κόρη του. Κάποιος όρος όμως στο προικοσύμφωνο έλεγε πως οτιδήποτε κι αν συνέβαινε προ ή μετά το γάμο μεταξύ γαμπρού και νύφης "δε θα ξαναρχούτο τση καντοχή ούδενος οι μπλούσιες πραμάτιες και τά τζαβαΐρια όπου ανταλλάξοσι οι αρρεβωνιασμένοι". Φαίνεται δηλαδή, ότι ο πονηρός γερο-Φλαμής ήξερε από πριν, τι επρόκειτο να συμβεί γι' αυτό έβαλε εκείνο τον όρο. Κι έτσι πλήρωσε ο φουκαράς ο Ταλιάνης τα δώρα του άλλου.
Από τότε οι παλιοί Αθηναίοι, όταν γινόταν καμιά αδικία σε βάρος κάποιου, έλεγαν ότι "άλλος πλήρωσε τη νύφη".
από το βιβλίο του Τάκη Νατσούλη "Λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις", εκδόσεις Σμυρνιωτάκη, Δεκέμβριος 2007, Αθήνα
- Περιπλανώμενος