Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 1973.Ένας 24χρονος άνδρας με μαύρα ρούχα εισβάλει σε πολυτελή κατοικία λίγο έξω από το Λονδίνο. Με την απειλή όπλου αναγκάζει τον μπάτλερ να τον οδηγήσει αθόρυβα στο αφεντικό του. Εκείνος υπακούει δίχως αντίσταση. Ο νεαρός με το πιστόλι εισβάλει στο δωμάτιο του ιδιοκτήτη της έπαυλης και από απόσταση μισού μέτρου, πυροβολεί το θύμα του δυο φορές στο κεφάλι. Ο δράστης έχει ήδη εξαφανιστεί όταν καταφθάνει η αστυνομία. Το θύμα, ο 68χρονος Τζόζεφ (Τέντυ) Ζίεφ, πάμπλουτος εβραίος επιχειρηματίας και πρόεδρος της Σιωνιστικής Βρετανικής Ομοσπονδίας, είναι πεσμένος σε μια λίμνη αίματος. Ως εκ θαύματος ο Ζίεφ επέζησε, για να περιγράψει αργότερα τον τρόμο που βίωσε στο πρόσωπο του επίδοξου δολοφόνου του…Οι αστυνομικοί που θα αναλάβουν την υπόθεση θα αναφωνήσουν “ήταν το τσακάλι”.
Περιεχόμενα
Ο Ίλιτς Ραμίρεζ Σάντσεζ γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1949 στο Καράκας της Βενεζουέλας. Ο πατέρας του, του έδωσε το όνομα Ίλιτς, προς τιμήν του Λένιν, επηρεασμένος από τα μαρξιστικά του πιστεύω. Ο Ίλιτς σπούδασε σε καλά σχολεία, χωρίς όμως να δείχνει ιδιαίτερη αγάπη για τα γράμματα. Το 1958 η μητέρα του, Έλμπα-Μαρία, χωρίζει από τον πατέρα του, εύπορο δικηγόρο και μαζί με τα παιδιά της εγκαταλείπει τη Βενεζουέλα. Μετά από μερικά χρόνια περιπλάνησης σε χώρες της Λ.Αμερικής, ο Ίλιτς επιστρέφει στην πατρίδα του για να σπουδάσει στο γνωστό, για τον αριστερό προσανατολισμό του, λύκειο “FerminToro”. Η ιδεολογική επιρροή του πατέρα του υπήρξε καθοριστική. Το 1964 γίνεται μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και συμμετέχει σε αρκετές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις. Τελικά το 1969 θα διωχθεί από το κόμμα επειδή συμμετείχε σε ομάδες ενάντια στην κυριαρχούσα τάση. Ο Ίλιτς μαζί με τη μητέρα του και τα αδέρφια του πηγαίνει στο Λονδίνο. Μετά από μία ανεπιτυχή προσπάθεια να συνεχίσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης, Ο Ίλιτς θα εισαχθεί στο φημισμένο πανεπιστήμιο “Πατρίς Λουμούμπα” της ΕΣΣΔ. Το συγκεκριμένο πανεπιστήμιο θεωρείτο ένα «φυτώριο» μελλοντικών ηγετών του Τρίτου κόσμου. Ο ενθουσιασμός του Ίλιτς για τις σπουδές του στη «μητέρα πατρίδα», θα δώσει σύντομα τη θέση του στην απογοήτευση. Η αυστηρή πειθαρχία και το αρτηριοσκληρωτικό σοβιετικό σύστημα απείχαν πολύ από τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα του. Ο ρομαντικός Ίλιτς αδυνατούσε να προσαρμοστεί στη σοβιετική λογική.
Ακολουθώντας τα χνάρια του Πατέρα του, ο Ίλιτς αρεσκόταν στην καλή ζωή. Φίλοι και συμμαθητές του, σκιαγραφούν τον Ίλιτς σαν ένα νέο που διασκέδαζε όλη την ώρα, αδιαφορώντας για τα μαθήματα. Οι περισσότεροι τον θεωρούν περισσότερο ένα ρομαντικό επαναστάτη παρά ιδεολόγο. Οι γυναίκες ήταν η μεγάλη του αδυναμία. Με μεγάλη ευκολία κατάφερνε να τις γοητεύσει. Οι περισσότερες σχέσεις του δεν διαρκούν πολύ. Ο ίδιος ο Ίλιτς, παρά τους τρείς γάμους του, θα ομολογήσει πως η Κουβανή Sonia - Marine Oriola, ήταν ο μεγάλος έρωτας της ζωής του. Η σχέση τους έληξε, όταν η έγκυος ερωμένη του επέστρεψε στην Κούβα. Ο Ίλιτς προσπάθησε να επικοινωνήσει ξανά με την Sonia - Marine Oriola, χωρίς επιτυχία.
Τελικά το 1970, η συμμετοχή του σε διαδηλώσεις Αράβων φοιτητών θα οδηγήσει στην αποπομπή του από το πανεπιστήμιο. Αρκετοί ερευνητές θεωρούν την αποπομπή του «κατασκευασμένη» από την KGB, προκειμένου να καλύψει την ταυτότητα του νέου της πράκτορα.
Τον Ιούλιο του 1970, ο Ίλιτς ταξιδεύει στη Μέση Ανατολή, όπου μαζί με Άραβες συμφοιτητές του εκπαιδεύεται σε στρατόπεδο ανταρτών της Ιορδανίας. Στον αραβικό κόσμο θα λάβει και το νέο του ψευδώνυμο “Carlos”, προφανώς εξαιτίας της λατινοαμερικάνικης καταγωγής του. Το 1970, κατά τη διάρκεια της Αραβικής διαμάχης του Μαύρου Σεπτέμβρη, ο Carlos επιδεικνύει μαχητικότητα και κερδίζει τη φήμη του μαχητή. Οι δεσμοί του με το PLFP, το λαϊκό μέτωπο για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, ήταν πλέον τόσο ισχυροί, ώστε ο νεαρός ακόμη Carlos, δήλωνε έτοιμος να σκοτώσει ή να σκοτωθεί για τους σκοπούς της Οργάνωσης. Σύντομα, ο Carlos θα κερδίσει και μια άλλη φήμη, αυτή του διεθνούς και αδίστακτου τρομοκράτη.
Η αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Ζίεφ το 1973 και μια σειρά βομβιστικών επιθέσεων σε Λονδίνο και Παρίσι, φέρουν την υπογραφή του. Δύο πολίτες θα βρουν τραγικό θάνατο σε εστιατόριο του Παρισιού, από χειροβομβίδα που πέταξε. Το 1975 συνεχείς αεροπειρατείες και επιθέσεις με ρουκέτες, σκορπίζουν τον τρόμο στα διεθνή αεροδρόμια της Ευρώπης. Τον Ιούνιο του ιδίου έτους, ο σύνδεσμος του Carlos, Μισέλ Μουχαρμπάλ συνελήφθη και ομολόγησε την παρουσία του Carlos στο Παρίσι. Μάλιστα υπέδειξε και το σπίτι της φίλης του, όπου οι τρομοκράτες χρησιμοποιούσαν ως γιάφκα. Οι αστυνομικοί εισέβαλλαν στο διαμέρισμα. Ο Carlos και μερικοί φίλοι του διασκέδαζαν, όταν οι αστυνομικοί ζήτησαν από τον Carlos να τους δείξει τα έγγραφα του. Με χαρακτηριστική ψυχραιμία το «Τσακάλι» προσπαθεί να τους καθησυχάσει, ισχυριζόμενος ότι βρήκαν το λάθος άνθρωπο. Κερνάει τους ντεντέκτιβ αναψυκτικά και προσποιείται πως πάει στην τουαλέτα. Εκεί έχει κρυμμένο ένα όπλο. Όταν ο Carlos επιστρέφει στο σαλόνι αντικρίζει τον Μουρχαμπάλ να τον υποδεικνύει. Το Τσακάλι βγάζει το κρυμμένο του όπλο από το παντελόνι και πυροβολεί τον πρώην συνεργάτη του στο λαιμό. Με φονική ακρίβεια πυροβολεί στο λαιμό και τους άλλους τρείς αστυνομικούς. Μόνο ένας αστυνομικός επέζησε. Ο Carlos καταφέρνει και πάλι να διαφύγει.
Ο Ίλιτς ή Carlos ή Τσακάλι, τραβά το βλέμμα της διεθνούς κοινότητας. Στη Βηρυτό, τα ανώτερα στελέχη του PLFP υποδέχονται τον Carlos με τιμές ήρωα. Η θέση του στην οργάνωση ενισχύεται και ο τρομοκράτης από τη Βενεζουέλα ανυπομονεί να κάνει το μεγάλο του βήμα.
Αυτό δεν θα αργήσει να έρθει. Στα μέσα του 1975, ο έμπειρος πια τρομοκράτης θα φτιάξει μια επίλεκτη ομάδα και θα καταστρώσει ένα πολύ μεγάλο χτύπημα στα κεντρικά γραφεία του ΟΠΕΚ (Οργανισμός Πετρελαιοπαραγωγών Κρατών) στη Βιέννη, όπου το Δεκέμβριο θα άρχιζαν οι εργασίες του διεθνούς συνεδρίου. Στόχος ήταν να καταληφθούν τα γραφεία και να κρατηθούν όμηροι όλοι οι υπουργοί, πλην αυτών της Σ.Αραβίας και του Ιράν, οι οποίοι σύμφωνα με το σχέδιο, έπρεπε να εκτελεστούν ως προδότες. Στις 19 Δεκεμβρίου, η ομάδα των έξι τρομοκρατών, με επικεφαλής τον Carlos, εισβάλλει στο κτήριο του ΟΠΕΚ και το καταλαμβάνει, μετά από ανταλλαγή πυρών με την ασφάλεια. Ακολουθούν και άλλες συμπλοκές εντός των γραφείων. Ένας τρομοκράτης τραυματίζεται στην κοιλιά, ενώ ο Carlos εκτελεί εν ψυχρώ ένα Λίβυο διπλωμάτη που επιχείρησε να τον αφοπλίσει. Μετά από αρκετές μέρες σκληρών διαπραγματεύσεων, οι τρομοκράτες εξασφαλίζουν ένα αεροπλάνο, απελευθερώνουν τους απλούς εργαζόμενους και πετούν μαζί με τους υψηλόβαθμους ομήρους για την Αλγερία και από εκεί για τη Βαγδάτη, όπου απελευθερώνουν άλλους 30 ομήρους. Στη συνέχεια ταξιδεύουν στην Τρίπολη και από εκεί πετούν με προορισμό το Αλγέρι, όπου εξασφαλίζουν ασυλία, απελευθερώνοντας τελικά και τους υπόλοιπους ομήρους.
Αρκετά χρόνια μετά, ο Αμπού Σαρίφ και ο Χοακίμ Κλάιν, δύο από τους συντρόφους του Carlos στην περιπέτεια του ΟΠΕΚ, θα ισχυριστούν ότι το «τσακάλι» σε κατ ιδίαν διαπραγματεύσεις, εξασφάλισε το ποσό των 20-25 εκατομμυρίων δολαρίων για να απελευθερώσει τους Άραβες ομήρους. Οι πρώην σύντροφοι του συμπλήρωσαν επίσης, πως το ποσό αυτό μπήκε σε προσωπικό λογαριασμό του Carlos και όχι στα ταμεία της οργάνωσης.
Ντοκιμαντέρ με σπάνιο οπτικοακουστικό υλικό και συνεντεύξεις σχετικά με τον Carlos
Μετά την επίθεση στον ΟΠΕΚ, το κλίμα άλλαξε στον PLFP για τον Carlos. Οι εξηγήσεις που έδωσε για τη μη εκτέλεση των δύο αξιωματούχων, που είχε αρχικώς σχεδιαστεί, κρίθηκαν ανεπαρκείς. Έτσι ο Carlos αποφασίζει να συνεχίσει τη δράση του, ως μοναχικό «τσακάλι», χωρίς την έγκριση του PLFP. Οι επαφές του με τις μυστικές υπηρεσίες ανατολικοευρωπαϊκών χωρών και οι δεσμοί του με το αραβικό τρομοκρατικό δίκτυο, θα οδηγήσουν στη δημιουργία της δικής του τρομοκρατικής οργάνωσης, την «Οργάνωση για τον Αραβικό Ένοπλο Αγώνα».
Η στιγμή της ίδρυσης θα βρει το διαβόητο τρομοκράτη παντρεμένο με τη Μαγδαλένα Κόππ, με την οποία μάλιστα έχει αποκτήσει και μία κόρη. Η Οργάνωση ξεκινά με μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων, κυρίως εναντίον γαλλικών στόχων. Το γεγονός θα αναγκάσει ευρωπαϊκές και αραβικές χώρες, οι οποίες μέχρι τότε, ανέχονταν ή στήριζαν τη δράση του, να τον απομονώσουν σταδιακά. Το τσακάλι για αρκετά χρόνια θα κρύβεται μεταξύ Ευρώπης, Αφρικής και Ασίας. Το 1994 βρίσκει τον Carlos «φιλοξενούμενο» στο Σουδάν. Μετά από συμφωνία με τις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες, η κυβέρνηση του Σουδάν συναινεί στην παράδοση του τρομοκράτη. Τα ξημερώματα της 14ης Αυγούστου, γαλλικές ειδικές δυνάμεις μαζί με σωματοφύλακες (οι οποίοι είχαν διατεθεί από τη Σουδανική κυβέρνηση για την προστασία του) συλλαμβάνουν τον Carlos. Με άκρα μυστικότητα ο κρατούμενος οδηγείται στο Παρίσι με ειδική πτήση.
Η δίκη του πιο διάσημου τρομοκράτη, ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 1997 και τελείωσε με συνοπτικές διαδικασίες. Η ποινή; Η ισόβια κάθειρξη δεν προκάλεσε έκπληξη σε κανέναν, ούτε καν στο ίδιο το «τσακάλι». Σήμερα ο Ίλιτς Ραμίρεζ Σάντσεζ εκτίει την ποινή του στις φυλακές Clairvaux της Γαλλίας. Έχει ασπαστεί το Ισλάμ και είναι παντρεμένος με τη δικηγόρο του Isabelle Coutant-Peyre. Το φυλακισμένο τσακάλι, περνά την ώρα του διαβάζοντας και γράφοντας, κυρίως πολιτικά κείμενα τα οποία προσπαθούν να συνενώσουν ιδεολογικά την ταξική πάλη με το θρησκευτικό ένοπλο αγώνα των μουσουλμάνων. Διατηρεί αλληλογραφία με ομοϊδεάτες και θαυμαστές του (και κυρίως θαυμάστριες). Ο Πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβεζ έχει αναφερθεί αρκετές φορές στον Carlos, αναφέροντας τον μάλιστα ως «φίλο» και «καλό πατριώτη».
Terror's Advocate φιλμ- ντοκιμαντέρ που αναφέρεται και στον Carlos, απο το δικηγόρο που έχει αναλάβει τις υποθέσεις των πιο διάσημων τρομοκρατών